πνευστός


πνευστός
Προφορά

Ετυμολογία
πνευστός πνέω

Ερμηνεία
επίθετο┘ πνευστός -ή, -ό

✦ που λειτουργεί με εμφύσηση: πνευστά όργανα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.