πλουραλιστικός


πλουραλιστικός
Προφορά

Ετυμολογία
πλουραλιστικός πλουραλισμός

Ερμηνεία
επίθετο┘ πλουραλιστικός -ή, -ό

✦ ο χαρακτηριστικός του πλουραλισμού, ο δεχόμενος τον πλουραλισμό: πλουραλιστική φιλοσοφία

Συνώνυμα
πολυαρχικός
Αντίθετα
μονιστικός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.