πλατερέσκ
Προφορά
Ετυμολογία
πλατερέσκ └γαλλ┘ plateresque
Ερμηνεία
πλατερέσκ
✦ άκλ. για ρυθμό αρχιτεκτονικής και στιλ διακόσμησης της ισπανικής Αναγεννήσεως, που χαρακτηρίζεται από υπερβολικά πλούσιο γλυπτό διάκοσμο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–