πλαγιοδιποδισμός


πλαγιοδιποδισμός
Προφορά

Ετυμολογία
πλαγιοδιποδισμός πλαγιοδιποδίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πλαγιοδιποδισμός

✦ γρήγορος βηματισμός του αλόγου σε δύο χρόνους, κατά τον οποίο σηκώνονται εναλλάξ τα δύο δεξιά και τα δύο αριστερά πόδια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.