πιτσιλιά


πιτσιλιά
Προφορά

Ετυμολογία
πιτσιλιά πιτσιλίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πιτσιλιά

✦ κηλίδα, λεκές από πιτσίλισμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.