πισωκολλητό


πισωκολλητό
Προφορά

Ετυμολογία
πισωκολλητό πίσω + κολλητός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το πισωκολλητό

✦ στάση συνουσίας κατά την οποία η εισχώρηση του πέους στον κόλπο γίνεται από πίσω, από τα νώτα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.