πιστολοθήκη


πιστολοθήκη
Προφορά

Ετυμολογία
πιστολοθήκη πιστόλι + θήκη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πιστολοθήκη

✦ θήκη πιστολιού: αν σου ‘χει λείψει η φλόγα απ’ την καρδιά, παρ’ την απ’ τις ζυγές πιστολοθήκες (Τ. Παππάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.