πιεζομετρία


πιεζομετρία
Προφορά

Ετυμολογία
πιεζομετρία πιεζόμετρο

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πιεζομετρία

✦ μέτρηση ιδ. των υψηλών πιέσεων
✦ κλάδος της φυσικής που ασχολείται με τη συμπιεστότητα των υγρών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.