πηλώδης


πηλώδης
Προφορά

Ετυμολογία
πηλώδης αρχαία ελληνική πηλώδης

Ερμηνεία
επίθετο┘ πηλώδης -ης, -ες

✦ γεμάτος λάσπη, βορβορώδης
✦ όμοιος με πηλό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.