πετράς


πετράς
Προφορά

Ετυμολογία
πετράς πέτρα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πετράς

✦ λατόμος, ο εργάτης που βγάζει πέτρες από λατομείο
✦ λιθοξόος, ο τεχνίτης που κατεργάζεται τις πέτρες

Συνώνυμα
νταμαρτζής
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.