πετονιά


πετονιά
Προφορά

Ετυμολογία
πετονιά πετώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πετονιά

✦ αλιευτικό όργανο από ανθεκτικό, συνθετικό νήμα που φέρει αγκίστρι και βαρίδι στο άκρο του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.