περπατώ


περπατώ
Προφορά

Ετυμολογία
περπατώ μεσαιωνική ελληνική περπατῶ

Ερμηνεία
ρήμα περπατώ -άς, -ά

✦ πηγαίνω με τα πόδια από τόπο σε τόπο
✦ βαδίζω, κάνω περίπατο, ιδ. για αναψυχή
✦ οδηγώ, συνοδεύω κάποιον σε περίπατο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.