περονόσπορος


περονόσπορος
Προφορά

Ετυμολογία
περονόσπορος └νεολατ┘ peronospora

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο περονόσπορος

✦ γένος μυκήτων που παρασιτεί σε διάφορα φυτά
✦ η αρρώστια που προκαλούν στα φυτά αυτοί οι μύκητες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.