περιχαρακώνω


περιχαρακώνω
Προφορά

Ετυμολογία
περιχαρακώνω αρχαία ελληνική περιχαρακόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα περιχαρακώνω

✦ περιβάλλω με χαράκωμα
✦ (γεν.) οχυρώνω
(μτφ. ) απομονώνω: η πολιτική των διακρίσεων περιχαρακώνει ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.