περιφρονητής


περιφρονητής
Προφορά

Ετυμολογία
περιφρονητής μεσαιωνική ελληνική περιφρονητής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο περιφρονητής

✦ θηλ. περιφρονήτρια αυτός που περιφρονεί

Συνώνυμα
καταφρονητής
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.