περιττοσύλλαβος


περιττοσύλλαβος
Προφορά

Ετυμολογία
περιττοσύλλαβος περιττός + συλλαβή

Ερμηνεία
επίθετο┘ περιττοσύλλαβος -η, -ο

✦ που έχει σ’ όλες τις άλλες πτώσεις μια συλλαβή παραπάνω από όσες έχει στην ονομαστική του ενικού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.