περισφίγγω
Προφορά
Ετυμολογία
περισφίγγω μεταγενέστερη ελληνική περι-σφίγγω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ περισφίγγω
✦ σφίγγω ολόγυρα, πιέζω απ’ όλες τις πλευρές
✦ περικυκλώνω φρούριο ή πόλη, πολιορκώ στενά
✦ περιστοιχίζω, περιβάλλω κάποιον: συνδυασμένη με την ελαφρότητα της όρχησης των δεκαπέντε χορευτών, οι οποίοι έχουν κυριολεκτικά περισφίξει σε κλοιό τον πρωταγωνιστή (Ν. Χουρμουζιάδης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–