περιγελαστής


περιγελαστής
Προφορά

Ετυμολογία
περιγελαστής περιγελώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο περιγελαστής

✦ θηλ. περιγελάστρα χλευαστής, που περιγελά

Συνώνυμα
αναγελαστής
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.