περιαδράχνω
Προφορά
Ετυμολογία
περιαδράχνω περί + αδράχνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ περιαδράχνω
✦ αρπάζω, αδράχνω για καλά: τον περιάδραξε η αστυνομία – η θερίστρα περιάδραχνε με το ζερβό χέρι της τα στάχυα και τα ‘κοβε με τ’ άλλο (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
περιαρπάζω, βουτάω
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–