περίφοβος


περίφοβος
Προφορά

Ετυμολογία
περίφοβος αρχαία ελληνική περίφοβος

Ερμηνεία
επίθετο┘ περίφοβος -η, -ο

✦ ο πολύ φοβισμένος: τρέμουν οι ψυχές συμμαζωμένες, περίφοβες (Τ. Παπατσώνης)

Συνώνυμα
έμφοβος, περιδεής, περίτρομος
Αντίθετα
άφοβος, άτρομος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.