πεντάλ


πεντάλ
Προφορά

Ετυμολογία
πεντάλ └γαλλ┘ pédal

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το πεντάλ

✦ εξάρτημα μηχανήματος ή οργάνου που πατιέται με το πόδι για να κινηθεί

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.