πεμπτουσιακός


πεμπτουσιακός
Προφορά

Ετυμολογία
πεμπτουσιακός πεμπτουσία

Ερμηνεία
επίθετο┘ πεμπτουσιακός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στην πεμπτουσία, ο σχετικός με την πεμπτουσία: το φως το διυλισμένο… κάτι πεμπτουσιακό (Οδ. Ελύτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.