πελατεία


πελατεία
Προφορά

Ετυμολογία
πελατεία πελάτης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πελατεία

✦ το σύνολο των πελατών: μαγαζί με αρκετή πελατεία – ύστερα από κείνο το θανάσιμο λάθος ο γιατρός έχασε την πελατεία του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.