παροιμιώδης
Προφορά
Ετυμολογία
παροιμιώδης μεταγενέστερη ελληνική παροιμιώδης
Ερμηνεία
└επίθετο┘ παροιμιώδης -ης, -ες
✦ που λέγεται σαν παροιμία: παροιμιώδης φράση
✦ που πέρασε για πάντα στο στόμα του λαού, ξακουστός: παροιμιώδης υπομονή – γενναιοδωρία
Συνώνυμα
περίφημος, περιώνυμος
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
παροιμιωδώς