παραχορταίνω


παραχορταίνω
Προφορά

Ετυμολογία
παραχορταίνω παρά + χορταίνω

Ερμηνεία
ρήμα παραχορταίνω

✦ (αμτβ.) χορταίνω πάρα πολύ: δεν θέλω άλλο φαγητό, παραχόρτασα
✦ (μτβ.) χορταίνω κάποιον, τον κάνω να χορτάσει: το παραχόρτασες το παιδί με τόσα που του έδωσες να φάει
(μτφ. ) απολαμβάνω κάτι πάρα πολύ, μπουχτίζω: παραχόρτασε τις βραδινές διασκεδάσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.