παραχαράκτης


παραχαράκτης
Προφορά

Ετυμολογία
παραχαράκτης μεταγενέστερη ελληνική παραχαράκτης

Ερμηνεία
παραχαράκτης

✦ ο κατασκευαστής πλαστών νομισμάτων, κιβδηλοποιός
✦ (κ. μτφ.): παραχαράκτης της αλήθειας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.