παρατρίβω


παρατρίβω
Προφορά

Ετυμολογία
παρατρίβω αρχαία ελληνική παρατρίβω

Ερμηνεία
ρήμα παρατρίβω

✦ τρίβω υπερβολικά
✦ (μέσ.) παρατρίβομαι, φθείρομαι από τη συνεχή τριβή, από τη μόνιμη χρήση: παρατρίφτηκαν τα ρούχα του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.