παρασπαδίας


παρασπαδίας
Προφορά

Ετυμολογία
παρασπαδίας αρχαία ελληνική ρ. παρασπάω -ῶ (= σύρω με ορμή πλάγια)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο παρασπαδίας

✦ ανωμαλία στη διάπλαση της ουρήθρας κατά την οποία το στόμιό της εκβάλλει προς τα πλάγια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.