παρασκήνιο
Προφορά
Ετυμολογία
παρασκήνιο μεταγενέστερη ελληνική παρασκήνιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το παρασκήνιο
✦ συνήθ. στον πληθ. τα παρασκήνια, οι χώροι πίσω και στα πλάγια της σκηνής απ’ όπου βγαίνουν οι ηθοποιοί
✦ (μτφ. ) κρυφές ενέργειες που σκόπιμα κρατιούνται μακριά από τη δημοσιότητα: τα παρασκήνια της πολιτικής ζωής
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–