παραπεμπτικός


παραπεμπτικός
Προφορά

Ετυμολογία
παραπεμπτικός παραπέμπω

Ερμηνεία
επίθετο┘ παραπεμπτικός -ή, -ό

✦ που παραπέμπει (για εξέταση, εκδίκαση κτλ.): παραπεμπτικό βούλευμα – σημείωμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.