παρανοειδής


παρανοειδής
Προφορά

Ετυμολογία
παρανοειδής παράνοια + είδος

Ερμηνεία
επίθετο┘ παρανοειδής -ής, -ές

✦ ο όμοιος με παράνοια, παρανοϊκός: γεροντική άνοια καταθλιπτικού και παρανοειδούς τύπου (Ελευθεροτυπία)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.