παραλειπόμενα


παραλειπόμενα
Προφορά

Ετυμολογία
παραλειπόμενα πληθ. └ουδ┘ της μτχ. ενεστ. του ρήματος παραλείπω

Ερμηνεία
παραλειπόμενα

✦ ουσ. όσα παραλείπονται ως περιττά ή ευκολονόητα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.