παραεξουσία
Προφορά
Ετυμολογία
παραεξουσία παρά + εξουσία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η παραεξουσία
✦ ομάδα προσώπων, που, με την ανοχή της επίσημης εξουσίας, αποκτά δύναμη, επηρεάζει τις λειτουργίες και επεμβαίνει στο έργο της εξουσίας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–