παραδόσιμος


παραδόσιμος
Προφορά

Ετυμολογία
παραδόσιμος μεταγενέστερη ελληνική παραδόσιμος

Ερμηνεία
επίθετο┘ παραδόσιμος -η, -ο

✦ αυτός τον οποίο μπορεί ή πρέπει να παραδώσει κάποιος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.