παρέκταμα


παρέκταμα
Προφορά

Ετυμολογία
παρέκταμα μεταγενέστερη ελληνική παρέκταμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το παρέκταμα

✦ κάθε κομμάτι που προστίθεται σε κάτι για να το επεκτείνει, τσόντα, μάτισμα
✦ επέκταση, προέκταση, επιμήκυνση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.