παράτρομος


παράτρομος
Προφορά

Ετυμολογία
παράτρομος παρά + τρόμος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο παράτρομος

✦ μεγάλος τρόμος, υπερβολική τρομάρα: μ’ αν σ’ έπιανε ο παράτρομος, δε θα μπορούσα να το βαστάξω (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.