παράσταση


παράσταση
Προφορά

Ετυμολογία
παράσταση αρχαία ελληνική παράστασις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η παράσταση

✦ απόδοση ιδ. του αφηρημένου με αισθητό τρόπο
✦ (ειδικότερα) η απόδοση του εξωτερικού ή εσωτερικού κόσμου με τις εικαστικές τέχνες, απεικόνιση
✦ (ψυχολ.) νοητή εικόνα που απομένει και μετά την απομάκρυνση αντικειμένου
✦ η εξωτερική όψη ανθρώπου, παράστημα, παρουσιαστικό
✦ η κοινωνική εμφάνιση επίσημου προσώπου
✦ η εμφάνιση, παρουσίαση δικηγόρου στο δικαστήριο
✦ η από σκηνής διδασκαλία θεατρικού έργου
✦ (μαθημ.) σύνολο αριθμών, γραμμάτων και συμβόλων με τα οποία καθορίζονται πράξεις για εκτέλεση
✦ πληθ. παραστάσεις, διαμαρτυρία ιδ. διπλωματικού αντιπροσώπου: διατάχθηκε ο πρέσβης να προβεί σε παραστάσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.