παντουφλάζ
Προφορά
Ετυμολογία
παντουφλάζ └διεθν┘pantouflage
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το παντουφλάζ
✦ διεθν. όρος που υποδηλώνει την ανάληψη εργασίας σε ιδιωτικές επιχειρήσεις από δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι παραιτούνται από τις δημόσιες υπηρεσίες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–