παντογράφος


παντογράφος
Προφορά

Ετυμολογία
παντογράφος παν + γράφω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο παντογράφος

✦ όργανο που χρησιμοποιείται για τη μηχανική αντιγραφή σχεδίου υπό την ίδια ή διαφορετική κλίμακα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.