παντζάρι


παντζάρι
Προφορά

Ετυμολογία
παντζάρι └τουρκ┘pancar

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το παντζάρι

✦ το φυτό τεύτλον το ερυθρόφυλλον, κοκκινογούλι
✦ φρ. έγινε κόκκινος σαν το παντζάρι, κοκκίνισε από ντροπή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.