παντατίφ


παντατίφ
Προφορά

Ετυμολογία
παντατίφ └γαλλ┘ pendentif

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το παντατίφ

✦ γυναικείο κόσμημα που κρεμιέται συνήθως με λεπτή αλυσίδα από το λαιμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.