πανσιόν Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply πανσιόνΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/πανσιόν.mp3Ετυμολογίαπανσιόν └γαλλ┘ pension Ερμηνεία πανσιόν ✦ άκλ. ουσ. οίκημα όπου μπορεί κανείς να βρει στέγη και τροφή επί πληρωμή, είδος μικρού ξενοδοχείου Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–