παλλάδιο
Προφορά
Ετυμολογία
παλλάδιο αρχαία ελληνική παλλάδιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το παλλάδιο
✦ ειδώλιο της Παλλάδος Αθηνάς
✦ (γεν.) ιερό αντικείμενο θεωρούμενο ως προστατευτικό μέσο
✦ (χημ.) είδος στιλπνού και λευκού μετάλλου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–