παλικαρίσιος
Προφορά
Ετυμολογία
παλικαρίσιος παλικάρι
Ερμηνεία
└επίθετο┘ παλικαρίσιος -ια, -ιο
✦ λεβέντικος, που ταιριάζει σε παλικάρι: είμαστε ένας λαός με παλικαρίσια ψυχή (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
παλικαρίσια:αντιμετώπισε όλες τις φουρτούνες παλικαρίσια