παλαιογραφία
Προφορά
Ετυμολογία
παλαιογραφία παλαιογράφος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η παλαιογραφία
✦ κλάδος της φιλολογίας που ασχολείται με την ανάγνωση, χρονολόγηση και μελέτη της μορφολογικής εξέλιξης των γραφών του παρελθόντος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–