παγερός


παγερός
Προφορά

Ετυμολογία
παγερός μεταγενέστερη ελληνική παγερός

Ερμηνεία
επίθετο┘ παγερός -ή, -ό

✦ ο ψυχρός σαν πάγος: είχαμε ξυλιάσει, έτσι ακίνητοι μες στο παγερό διαμέρισμα και, κάθε τόσο, ανατριχιάζαμε από το κρύο (Γ. Θεοτοκάς)
(μτφ. ) ο χωρίς θέρμη: παγερή υποδοχή

Συνώνυμα

Αντίθετα
ζεστός, εγκάρδιος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.