οχλώ


οχλώ
Προφορά

Ετυμολογία
οχλώ αρχαία ελληνική ὀχλῶ

Ερμηνεία
ρήμα οχλώ -είς, -εί

✦ εμποδίζω, ενοχλώ
✦ (νομ.) υπενθυμίζω, πιέζω κάποιον να εκπληρώσει υποχρέωσή του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.