οχαδερφισμός


οχαδερφισμός
Προφορά

Ετυμολογία
οχαδερφισμός └φρ┘οχ αδερφέ (= δε βαριέσαι)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο οχαδερφισμός

✦ η αδιαφορία, έλλειψη ενδιαφέροντος
✦ οκνηρία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.