ουρλιαχτό Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ουρλιαχτόΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/ουρλιαχτό.mp3Ετυμολογίαουρλιαχτό ουρλιάζω Ερμηνεία ουρλιαχτό ✦ άγρια κραυγή, σκούξιμο: όλη τη νύχτα ακούγονταν τα ουρλιαχτά των λύκων Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–