ουρητήρας Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ουρητήραςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/ουρητήρας.mp3Ετυμολογίαουρητήρας αρχαία ελληνική οὐρητήρ Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο ουρητήρας ✦ η ουρήθρα ✦ πληθ. ουρητήρες, δύο σωληνοειδείς πόροι που μεταφέρουν τα ούρα από τα νεφρά στην ουρήθρα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–